Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόσκούπα
ουσιαστικό θηλυκό scopa permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματασκουπίζω με την ηλεκτρική σκούπα = passare l'aspirapolvere Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |