Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


σκουραίνω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 abbrunare
2 abbrunarsi
3 annerire
4 annottare
5 inscurire
6 offuscare (vt)
7 offuscarsi (vrifl)
8 ottenebrarsi (vrifl)
9 rincupire (vi)
10 rincupirsi (vrifl)
11 scurire (vi)
12 scurirsi (vrifl)

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  σκουπόξυλο σκουριά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---