Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθηριοδαμαστής
ουσιαστικό αρσενικό domatore ~m~ θηριοδαμάστρια ουσιαστικό θηλυκό femminile di [θηριοδαμαστής] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |