Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόθεληματικός
επίθετο 1 intenziona`le, volonta`rio θεληματική κίνηση == mossa intenzionale 2 anche di persona voliti`vo, deci`so, risolu`to θεληματικό βλέμμα == sguardo volitivo permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |