Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


περιορίζω
ρήμα μεταβατικό

1 circoscrivere
2 [περιστέλλω] contenere
3 [ελαττώνω] limitare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  περιορίζομαι περιορίσιμος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---