Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


λειτουργοιέμαι
ρήμα παθητικό

variante di [λειτουργούμαι]

λειτουργώ  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

1 funziona`re το συκώτι του δε λειτουργεί καλά == il suo fegato non funziona bene && το ασανσέρ ξανάρχισε να λειτουργεί == l'ascensore ha ripreso a funzionare && Δεν λειτουργεί == Fuori servizio
2 ecclesiastico celebra`re la messa

λουτειργώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

variante di [λειτουργώ]

λουτρουγώ
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

variante di [λειτουργώ]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  λειτουργικότητα λειτουργός  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


δε λειτουργεί = non funziona


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---