Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόλάτρης
ουσιαστικό αρσενικό 1 adorato`re ~m~ 2 culto`re ~m~, ama`nte ~mf~ λάτρης των γραμμάτων == cultore delle lettere λάτρις ουσιαστικό θηλυκό variante arcaica di [λάτρισσα] λάτρισσα ουσιαστικό θηλυκό femminile di [λάτρης] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |