Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κραταιός  
επίθετο

posse`nte, pote`nte, gaglia`rdo, forte κραταιά δυναστεία == potente dinastia

κρα§ται§ό§τα§τος
επίθετο

superlativo di [κραταιός]

κρα§ται§ό§τε§ρος
επίθετο

comparativo di [κραταιός]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κρασπεδωμένος κραταιωμένος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---