Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κραδαίνω  
ρήμα μεταβατικό

brandi`re κραδαίνω ένα σπαθί == brandire una spada | χίμηξε καταπάνω μου κραδαίνοντας ένα μαχαίρι == mi balzò addosso brandendo un coltello

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κραγμένος κραδασμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---