Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κοψοχρονιά  
επίρρημα

sottoco`sto πoυλώ κoψoχρονιά == vendere sottocosto | αγοράζω κoψoχρονιά == comprare sottocosto

κοψοχρονιάς
επίρρημα

variante di [κοψοχρονιά]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κοψοχολιασμένος κράββη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---