Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κόπανος  
ουσιαστικό αρσενικό

1 me`stola ~f~ (della lavandaia)
2 peste`llo ~m~
3 mazzapi`cchio ~m~, mazzera`nga ~f~, pillo ~m~
4 (fig) testa ~f~ di legno, zucco`ne ~m~, soma`ro ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κοπανιστός κοπανώ  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---