GrecoItaliano


κοντράρω  
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

contra`re

κοντραρίζω
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο

variante di [κοντράρω]

κοντραρίζομαι
ρήμα παθητικό

variante di [κοντράρομαι]

permalink



Sfoglia il dizionario




{{ID:KONTRARW100}}
---CACHE---