Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κονιορτοποιώ  
ρήμα μεταβατικό

1 macina`re
2 polverizza`re
3 sfarina`re
4 spolvera`re
5 spolverizza`re
6 tritura`re
7 ridu`rre in po`lvere

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κονιορτοποιήσιμος κονιορτός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---