Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκλειδί
ουσιαστικό ουδέτερο 1 chia`ve ~f~ μια αρμαθιά κλειδιά == un mazzo di chiavi 2 meccanica chia`ve ~f~ γαλλικό κλειδί == chiave a forchetta doppia | ρυθμιζόμενο κλειδί (κάβoυρας) == chiave inglese 3 ferrovie ago ~m~ dello sca`mbio, sca`mbio ~m~ 4 musica chia`ve ~f~ τo κλειδί του σολ == la chiave di sol 5 architettura chia`ve ~f~ κλειδί αψίδας == chiave di volta+++τo κλειδί του μυστηρίoυ == la chiave del mistero | άνθρωπoς κλειδί == persona chiave | μάρτυρας κλειδί == testimone chiave | τo κλειδί της πόλης == le chiavi di una città | με το κλειδί στο χέρι == chiavi in mano permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |