GrecoItaliano


κλασικός  
επίθετο

1 cla`ssico κλασική μουσική == musica classica | κλασικός χορός == danza classica | οι κλασικoί συγγραφείς == gli autori classici, i classici
2 (fig) cla`ssico, esempla`re, ti`pico, caratteri`stico κλασική περίπτωση == classico caso, caso tipico | κλασικός τεμπέλης == classico scansafatiche

κλασικός  
ουσιαστικό αρσενικό

cla`ssico ~m~

κλα§σι§κό§τε§ρος
επίθετο

comparativo di [κλασικός]

κλα§σι§κό§τα§τος
επίθετο

superlativo di [κλασικός]

κλα§σι§κώ§τε§ρος
επίθετο

comparativo di [κλασικός]

κλα§σι§κώ§τα§τος
επίθετο

superlativo di [κλασικός]

permalink


Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


κλασικός αθλητισμός = atletica [θηλ.] leggera



Sfoglia il dizionario




{{ID:KLASIKOS100}}
---CACHE---