Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκατανοώ
ρήμα μεταβατικό ((arcaico)) compre`ndere, capi`re νιώθει πως οι δικοί της δεν την κατανοούν == in famiglia non si sente compresa | κατανοώ το πρόβλημά Σας, αλλά δεν μπορώ να Σας βοηθήσω == comprendo il Suo problema, ma non posso aiutarLa permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |