Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκαρνέ
ουσιαστικό ουδέτερο 1 age`nda ~f~, agendi`na ~f~, rubri`ca ~f~ 2 carnet ~m~ /καρνέ/, libre`tto ~m~ di asse`gni permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |