Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκαρόδρομος
ουσιαστικό αρσενικό 1 carreggia`bile ~f~ 2 carrozza`bile ~f~ 3 passo ~m~ carra`io permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |