Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκαχεκτικός
επίθετο malati`ccio, gra`cile, di salu`te cagione`vole ένα καχεκτικό παιδάκι == un bambino malaticcio κα§χεκ§τι§κό§τα§τος επίθετο superlativo di [καχεκτικός] κα§χεκ§τι§κό§τε§ρος επίθετο comparativo di [καχεκτικός] κα§χεκ§τι§κώ§τα§τος επίθετο superlativo di [καχεκτικός] κα§χεκ§τι§κώ§τε§ρος επίθετο comparativo di [καχεκτικός] permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |