Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καβαλέτο  
ουσιαστικό ουδέτερο

cavalle`tto ~m~ καβαλέτο ζωγράφoυ == cavalletto da pittore

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καβαλέρος καβάλημα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---