Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ισιώνω  
ρήμα μεταβατικό

drizza`re, raddrizza`re ισιώνω ένα κάδρο == raddrizzare un quadro | ίσιωσε τo κορμί σου == sta' dritto!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ισιωμένος ίσκα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---