Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόισχυρίζομαι
ρήμα παθητικό afferma`re, asseri`re ισχυρίζεται επίμονα ότι είναι αθώος == afferma con insistenza, asserisce di essere innocente permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |