ηλίθιος
επίθετο
stu`pido, idio`ta, scemo, imbeci`lle ηλίθια ερώτηση == domanda stupida
ηλιθιότατος
επίθετο
superlativo di [ηλίθιος]
ηλιθιότερος
επίθετο
comparativo di [ηλίθιος]
ηλιθιώτατος
επίθετο
superlativo di [ηλίθιος]
ηλιθιώτερος
επίθετο
comparativo di [ηλίθιος]