Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γουρσούζης
επίθετο

variante di [γρουσούζης]

γρουσούζης  
επίθετο

che porta sfortu`na, iella, scalo`gna

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γουρουνότριχα γουρσουζιά  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---