Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεσπλαχνία, εσπλαχνιά
ουσιαστικό θηλυκό variante di [ευσπλαγχνία] ευσπλαχνία, ευσπλαχνιά ουσιαστικό θηλυκό miserico`rdia ~f~ permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |