Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεξυγιαίνομαι
ρήμα παθητικό εξυγιαίνω ρήμα μεταβατικό 1 (di luogo) risana`re, bonifica`re 2 ((figurato)) risana`re, riassesta`re εξυγιαίνω την oικoνoμία == risanare l'economia permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |