Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόέξωση
ουσιαστικό θηλυκό 1 politica detronizzazio`ne ~f~ η έξωση του 'Oθωνα == la detronizzazione di Ottone di Baviera 2 sfratto ~m~ κάνω έξωση σε κάποιον == dare lo sfratto a qualcuno, sfrattare qualcuno permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματακάνω έξωση = dare lo sfratto Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |