Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εξωτερικό  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 este`rno το εξωτερικό του σπιτιού == l'esterno della casa
2 e`stero πηγαίνω στο εξωτερικό == andare all'estero+++Υπoυργείo Εξωτερικών == Ministero degli Affari Esteri

εξωτερικά
ουσιαστικό ουδέτερο

cinema gli esterni ~mp~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εξωτερικεύω εξωτερικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---