Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεξολοθρεύομαι
ρήμα παθητικό annienta`rsi εξολοθρεύω ρήμα μεταβατικό stermina`re, annienta`re, distru`ggere totalme`nte εξoλoθρεύω τον εχθρό == annientare il nemico permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |