Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


έξαψη  
ουσιαστικό θηλυκό

1 eccitazio`ne ~f~ βρίσκομαι σε έξαψη == trovarsi in uno stato di grande eccitazione
2 calda`na ~f~, vampa`ta ~f~, vampa ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εξάψαλμος εξαώροφος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---