Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεξαιρετέος
επίθετο da esenta`re, ricusa`bile γνωστός και μη εξαιρετέος == ((ironico)) di persona ben conosciuto e immancabile | στη δεξίωση του πρεσβευτού παρευρέθη και η γνωστή και μη εξαιρετέα κυρία Α == al ricevimento dell'ambasciatore era presente anche l'immancabile e ben conosciuta signora A permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |