Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επιτυχημένος  
επίθετο

1 participio passato del verbo [επιτυγχάνω]
2 riusci`to επιτυχημένη προσπάθεια == tentativo riuscito
3 di persona realizza`to, arriva`to, afferma`to επιτυχημένος επιχειρηματίας == un imprenditore arrivato

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επιτυχέστερος επιτυχής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---