Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επίκεντρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 geologia epicentro ~m~
2 ((figurato)) centro ~m~ βρίσκεται στο επίκεντρο του γενικού ενδιαφέροντος == si trova al centro dell'interesse generale

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επίκειται επικεντρώνομαι  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---