Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


επιδιώκεται
ρήμα απρόσωπο


επιδιώκω  
ρήμα μεταβατικό

aspira`re, persegui`re, mira`re επιδιώκει ένα υψηλό αξίωμα == aspira ad un'alta carica | επιδιώκω προσωπικό συμφέρον == perseguire un interesse personale

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  επιδιορθώτρια επιδίωξη  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---