Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεπετηρίδα
ουσιαστικό θηλυκό 1 annua`rio ~m~, anna`li ~mp~ 2 graduato`ria ~f~, o`rdine ~m~ gera`rchico η επετηρίδα των εκπαιδευτικών == la graduatoria degli insegnanti permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |