Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ενδυναμώνομαι
ρήμα παθητικό

1 arma`rsi
2 avvalora`rsi
3 rimbaldanzi`re
4 rimbaldanzi`rsi
5 rinforza`re
6 rinforza`rsi
7 rinsalda`rsi

ενδυναμώνω  
ρήμα μεταβατικό

rinforza`re, rafforza`re (anche fig )

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ενδυναμωμένος ενδυνάμωση  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---