Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


έλκομαι
ρήμα παθητικό

gravita`re

ελκώ, έλκω  
ρήμα μεταβατικό

tira`re, trascina`re έλκω τo γένος == derivare, discendere da

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  έλκηθρο έλκος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---