Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εισέρχομαι  
ρήμα παθητικό

1 entra`re τα γερμανικά στρατεύματα εισήλθαν στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1941 == le truppe tedesche entrarono ad Atene nell' Aprile del 1941
2 e`ssere accetta`to / acco`lto εισήλθε στην Ακαδημία Αθηνών == è stato ammesso a far parte dell'Accademia di Atene

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εισδύω εισερχόμενος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---