Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόειρηνικός
επίθετο 1 paci`fico ειρηνικές διαθέσεις == intenzioni pacifiche | ειρηνική συνύπαρξη == coesistenza pacifica | ειρηνικός άνθρωπoς == persona pacifica 2 paci`fico, sere`no ειρηνική ατμόσφαιρα == atmosfera serena ειρηνικότατος επίθετο superlativo di [ειρηνικός] ειρηνικότερος επίθετο comparativo di [ειρηνικός] ειρηνικώτερος επίθετο comparativo di [ειρηνικός] ερηνικός επίθετο variante di [ειρηνικός] permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαο Ειρηνικός Ωκεανός = Oceano [αρσ.] Pacifico Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω
|
Ën piemontèis |