Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


είμαι  
ρήμα αμετάβατο

1 e`ssere, stare ο είναι άρρωστος == è malato | πώς είστε; == come sta?
2 e`ssere, stare, trova`rsi πού είναι η εφημερίδα; == dov'è il giornale?
3 e`ssere (nativo di) είμαι από τη Ρόδο == sono di Rodi
4 e`ssere, appartene`re αυτό το ρολόι είναι του Γιάννη == questo orologio è di Gianni
5 e`ssere, starci, partecipa`re είμαι μαζί σας == sono con voi, sono uno dei vostri+++και πού 'σαι ακόμα! == e questo è ancora niente! | δεν είμαστε καλά == ma siamo matti?!

είναι
ρήμα απρόσωπο

1 e`ssere ο αύριο είναι Πάσχα == domani è Pasqua
2 dove`re είναι να συναντηθούμε στο γραφείο == dobbiamo incontrarci in ufficio
3 e`ssere είναι ν' αστειεύεσαι; == c'è poco da scherzare | είναι να τον παίρνεις στα σοβαρά; == è mai possibile prenderlo sul serio? | όπως κι αν είναι == comunque sia | όπού να 'ναι == da un momento all'altro | αυτό πια είναι κι αν είναι == questo è il colmo

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  είλωτας ειμαρμένη  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


είμαι κωλόφαρδος = avere culo || είμαι είκωση χρονών = avere vent'anni || τι είναι; = che cos'è? || είμαι στο σπίτι = essere a casa || είμαι στη Βενετία = essere a Venezia || είμαι συνηθισμένος να κάνω κάτι = essere abituato a fare qualcosa || είμαι ασφαλής = essere al sicuro || είμαι ταπί = essere al verde || είμαι καλος = essere bravo || είμαι ευγενικός = essere carino || είμαι ευδιάθετος [-η] = essere di buonumore || είμαι κακόκεφος = essere di malumore || είμαι όλος νεύρο = essere dinamico || είμαι διατεθειμένος να κάνω κάτι = essere disposto a fare qualcosa || είμαι σε φόρμα = essere in forma || είμαι σε θέση (να) = essere in grado (di) || είμαι κακόπιστος = essere in malafede || ειμαι έρμαιο = essere in preda || είμαι εν τάξει = essere in regola || auto είμαι στο τελείωμα της βενζίνης = αυτοκίνητο essere in riserva || είμαι αργοπρημένος = essere in ritardo || είμαι σ' ενδιαφέρουσα = essere in stato interessante || είμαι δεμένος με κανέναν = essere legato a qualcuno || είμαι με τις μέρες μου = essere lunatico || είμαι για τα σίδερα = essere matto da legare || είμαι μόνιμος κάτοικος = essere residente || είμαι σφηρημένος = essere soprapensiero || είμαι πτώμα = essere stanco morto || ειμαι ενα μηδενικό = essere una nullità || είμαι μέλος σε = fare parte || είμαι τριάντα χρονών = ho trent'anni || όπου και να είσαι = ovunque tu sia || είμαι στην Ελένη = sono da Elena || είμαι στις καλές μου = sono di buon umore || είμαι καλά = stare bene || είμαι στις μέρες μου = stare per partorire


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---