Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εγκαρδίωση  
ουσιαστικό θηλυκό

1 animazio`ne ~f~
2 confo`rto ~m~
3 incoraggiame`nto ~m~
4 revivisce`nza ~f~
5 vivificazio`ne ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εγκαρδίως εγκαρδιωτικός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---