Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εγκαρδιώνομαι
ρήμα παθητικό

1 anima`rsi
2 conforta`rsi
3 ingagliardi`rsi
4 rinfranca`rsi
5 fa`rsi cuo`re

εγκαρδιώνω  
ρήμα μεταβατικό

1 anima`re
2 rincoraggia`re
3 rincora`re
4 rinfranca`re
5 incora`re

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εγκαρδιότητα εγκαρδίως  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---