Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδιαγωνίζομαι
ρήμα παθητικό pre`ndere parte a un conco`rso, a una gara; gareggia`re διαγωνίζομαι σε ένα φεστιβάλ τραγουδιού==prendere parte ad un festival della canzone permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |