Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόδημοσιά
ουσιαστικό θηλυκό strada ~f~ stata`le; strada ~f~ mae`stra δημοσία επίρρημα in pu`bblico; pubblicame`nte τους εκτέλεσαν δημοσία==li hanno pubblicamente giustiziati permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |