Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δημόσιο  
ουσιαστικό ουδέτερο

stato ~m~; setto`re ~m~ pu`bblico τον προσέλαβαν στο δημόσιο==è stato assunto nel settore pubblico

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δημοσιεύω δημοσιογραφία  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---