Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δήμος  
ουσιαστικό αρσενικό

1 ((letterario)) po`polo ~m~
2 comu`ne ~m~, munici`pio ~m~+++τα εν οίκω μη εν δήμω==i panni sporchi si lavano in casa

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δημοπρατώ Δημοσθένης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---