Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


δένω  
ρήμα μεταβατικό

1 lega`re δένω ένα πακέτο==legare un pacco | δένω το άλογο σε ένα δέντρο==legare il cavallo ad un albero
2 allaccia`re δένω τα κορδόνια μου==allacciarsi le scarpe
3 lega`re in fasci δένω τα ξύλα==legare la legna in fasci
4 annoda`re; fare un nodo δένω τη γραβάτα μου==fare il nodo alla cravatta
5 μηχανή monta`re δένω μπριγιάν σε χρυσό δαχτυλίδι==montare un brillante su un anello d' oro
6 βιβλία rilega`re δένω ένα βιβλίο==rilegare un libro
7 ((figurato)) vincola`re
8 fascia`re; benda`re δένω μια πληγή==fasciare una ferita
9 vincola`re με δένει όρκος==essere vincolato da un giuramento+++δένω κόμπο στο μαντίλι μου==fare un nodo al fazzoletto | το δένω κόμπο==dare per certo, per scontato che la promessa ricevuta sarà mantenuta | δένω το γάιδαρό μου==sistemarsi definitivamente

δένω
ρήμα αμετάβατο

1 liquido diventa`re più denso
2 frutto matura`re έδεσαν τα λεμόνια==i limoni sono maturati+++λύνω και δένω==fare il bello e il cattivo tempo, spadroneggiare

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  δεντρωμένος δεξαμενή  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


το δένω κόμπο, προεξοφλώ = dare per scontato


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---