Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βροντοφωνάζω  
ρήμα μεταβατικό

grida`re con voce tona`nte; urla`re a gran voce θα βροντοφωνάξω το κακό πού μου 'κανες, να το ακούσουν όλοι==griderò ai quattro venti il male che mi hai fatto | βροντοφώναζε αδιάκοπα την αντίθεσή του στο δικτατορικό καθεστώς==tuonava senza sosta contro la dittatura

βροντοφωνάζω
ρήμα αμετάβατο

1 grida`re ai qua`ttro venti
2 tuona`re, tona`re πάψε να βροντοφωνάζεις, και θα μας ακούσει όλη η γειτονιά==smettila di urlare, che ci sente tutto il vicinato!

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βροντόσαυρος βροντόφωνος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---