Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βρεφικός  
επίθετο

1 della primi`ssima infa`nzia; dei latta`nti; infanti`le βρεφική ηλικία==primissima infanzia
2 per neona`ti; destina`to alla primi`ssima infa`nzia βρεφικές τροφές==prodotti alimentari per bambini

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  Βρετόνος βρεφοκομείο  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


οι βρεφικές τροφές [f.] = alimenti [αρσ. πλυθ.] per l'infanzia || ο βρεφικός σταθμός = asilo [αρσ.] nido


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---