Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


βεντέτα{1}  
ουσιαστικό θηλυκό

vende`tta ~f~; fa`ida ~f~

βεντέτα{2}
ουσιαστικό θηλυκό

vedette ~f~; vede`tta ~f~; diva ~f~; stella ~f~; star ~f~ βεντέτα του θεάτρου==una diva del teatro

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  βεντάλια βεντετισμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---